λευκόλιθος — made of white marble masc/fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
λευκόλιθος — ο το ορυκτό ανθρακικό μαγνήσιο … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
λευκολίθοις — λευκόλιθος made of white marble masc/fem/neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
λευκολίθου — λευκόλιθος made of white marble masc/fem/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
λευκολίθων — λευκόλιθος made of white marble masc/fem/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
λευκόλιθα — λευκόλιθος made of white marble neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
λευκ(ο)- — (AM λευκ[ο] ) α συνθετικό πολλών λέξεων όλων τών περιόδων τής Ελληνικής, που ανάγεται στο επίθετο λευκός. Τα σύνθ. στα οποία εμφανίζεται είναι προσδιοριστικού τύπου (δηλ. το α συνθετικό προσδιορίζει το β , πρβλ. λευκοθώραξ, λευκοπρόσωπος) με… … Dictionary of Greek
Χαλκιδικής, νομός — Νομός που καλύπτει το έδαφος της ομώνυμης χερσονήσου της κεντρικής Μακεδονίας. Στον νομό δεν υπάγεται η περιοχή του Άθω (Άγιον Όρος), ο οποίος συνορεύει στα Β με τον νομό Θεσσαλονίκης, ενώ από τις 3 άλλες πλευρές του βρέχεται από το Αιγαίο. Ο… … Dictionary of Greek
Yerakini — or Gerakini village (rarely Gherakini) (in Greek Γερακινή) (pronounced /jeraki ni:/, yerake nee) lies on the Toroneos Gulf between the two promontories Kassandra and Sithonia in the Chalkidiki/Khalkidiki (in Greek Χαλκιδική) peninsula… … Wikipedia
λίθος — ο (AM λίθος, ὁ Α και λίθος, ἡ) 1. τεμάχιο πετρώματος ή βράχου, πέτρα, λιθάρι (α. «τρηχὺς λίθος», Ομ. Ιλ. β. «στερεὴ λίθος», Ομ. Οδ. γ. «σοὶ δ αἰεὶ κραδίη στερεωτέρη ἐστὶ λίθοιο», Ομ. Οδ.) 2. ιατρ. σύγκριμα που σχηματίζεται στα διάφορα όργανα και … Dictionary of Greek